- συμπαραπολλυμαι
- συμπαραπόλλυμαισυμ-παραπόλλῠμαιвместе погибать Dem.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
συμπαραπόλλυσθαι — συμπαραπόλλυμαι pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπαραπόλωμαι — συμπαραπόλλυμαι aor subj mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπαραπόλλυμι — Α 1. καταστρέφω κάτι μαζί με άλλους 2. μέσ. συμπαραπόλλυμαι αφανίζομαι μαζί με άλλους ή επί πλέον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + παραπόλλυμι «καταστρέφω, σπαταλώ»] … Dictionary of Greek